Οι αιρετικοί και η Αγία Γραφή
Επισημάνσεις από τον Άγιον Ειρηναίον Λυώνος
Του πρωτ. π. Βασιλείου Α. Γεωργοπούλου, Επικ. Καθ. Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ.
Ο
Άγιος Ειρηναίος Λυώνος ανήκει στις κορυφαίες πατερικές προσωπικότητες,
που η συμβολή τους στην προάσπιση της Ορθόδοξης πίστης υπήρξε καταλυτική
και αποτελεί ταυτοχρόνως τον σημαντικότερο θεολόγο του Β’ αιώνα ( Βλ.
B. Altaner-A. Stuiber, Patrologie, Sonderausgabe, 1993, σ. 110). Ο λόγος
του είναι ακριβής, λαγαρός και τεκμηριωμένος. Γι’ αυτό, όπως όλων των
Αγίων Πατέρων της Εκκλησίας μας, παραμένει διαχρονικά επίκαιρος και αναντικατάστατος.
Στο
πλήθος των αντιαιρετικών έργων, που συνέγραψε, συν τοις άλλοις, δείχνει
να έχει μια βαθιά γνώση τόσο των διδασκαλιών, όσο και των διαφόρων
πρακτικών των ποικιλώνυμων αιρετικών της εποχής του.
Στα
έργα του μας πληροφορεί για βασικά διαχρονικά γνωρίσματα της πλάνης, ως
δαιμονικής μεθόδευσης και απόπειρας να πολεμήσει το σωτηριολογικό έργο
του Θεανθρώπου, αλλά κάνει και καίριες επισημάνσεις για πρακτικές και
μεθοδεύσεις των αιρετικών, σχετικά με το πώς χρησιμοποιούν την Αγία
Γραφή.
Ας δούμε κάποιες, ενδεικτικές μεν βάσιμες δε, επισημάνσεις του.
i. Η πλάνη χρησιμοποιεί προσωπείο
Η
επισήμανση αυτή του Αγίου Ειρηναίου έχει αμάχητη ακρίβεια: «Ἡ γάρ πλάνη
καθ’ αὑτήν μέν οὐκ ἐπιδείκνυται, ἵνα μή γυμνωθεῖσα γένηται κατάφωρος·
πιθανῷ δέ περιβλήματι πανούργως κοσμουμένη, καί αὐτῆς τῆς ἀληθείας
ἀληθεστέραν ἑαυτήν παρέχειν φαίνεσθαι διά τῆς ἔξωθεν φαντασίας τοῖς
ἀπειροτέροις» (Έλεγχος, Α΄, 2).
ii. Χρήση κοινής ορολογίας με διαφορετική νοηματοδότηση.
Είναι
σύνηθες το φαινόμενο στο χώρο των αιρέσεων να γίνεται χρήση και
επίκληση θεολογικής ορολογίας, η οποία όμως νοηματοδοτείται με
διαφορετικό περιεχόμενο, έξω από την εκκλησιαστική παράδοση και, πολλές
φορές, και απ’ αυτή τη νοηματική της συνάφεια. Αυτή η πρακτική έχει ως
συνέπεια, κατά τον ιερό πατέρα, το: «ὅμοια μέν λαλοῦντας, ἀνόμοια δέ
φρονοῦντας» (Έλεγχος, Α΄, 2).
iii. Η ανυπαρξία εκκλησιαστικών κριτηρίων ερμηνείας της Αγ. Γραφής.
Αντί
εκκλησιαστικών κριτηρίων ερμηνείας της Αγ. Γραφής, οι αιρετικοί
εισάγουν ένα είδος υποκειμενικής ερμηνευτικής αυτάρκειας. Με αφορμή αυτό
το γεγονός, στη συνέχεια προβάλουν επί της Αγ, Γραφής τα δικά τους
νοσηρά νοήματα, τα οποία ο άγ. Ειρηναίος, πολλάκις, τα χαρακτηρίζει
«πλάσμα», και προσπαθούν να τα παρουσιάσουν ως αγιογραφικές θέσεις.
Αποτέλεσμα: «ῥᾳδιουργοῦντες τά λόγια τοῦ Κυρίου, ἐξηγηταί κακοί τῶν
καλῶς εἰρημένων γινόμενοι» (Έλεγχος, Α΄, 2), «παρατρέποντας τάς
ἑρμηνείας, καί ῥᾳδιουργοῦντες τάς ἐξηγήσεις» (Έλεγχος, Α΄, ΙΙΙ, 6).
Επιπλέον:
«βιαζόμενοι τά καλῶς εἰρημένα, τοῖς κακῶς ἐπινενοημένοις ὑπ’ αὐτῶν»
(Ἔλεγχος, Α΄, ΙΙΙ, 6), αυτό έχει ως συνέπεια τα λεγόμενά τους να είναι:
«ἀλλόκοτα καί ἀνάρμοστα τῇ ἀληθείᾳ» (Ἔλεγχος, Α΄, 2).
Ποιο
είναι το αποτέλεσμα της ερμηνευτικής διαστροφής των βιβλικών κειμένων
σε συνδυασμό με την ψευδαίσθηση ότι το υποκειμενικό κακόδοξο φρόνημά
τους είναι αγιογραφική διδασκαλία; Ο Άγ. Ειρηναίος το προσδιορίζει με
ακρίβεια, που θεμελιώνεται πάνω στον ιστορικό ρεαλισμό: «Ἕτεροι δέ
δεινῶς τῷ πλάσματι αὐτῶν, καί δολίως ἐφαρμόζοντες, αἰχμαλωτίζουσιν ἀπό
τῆς ἀληθείας τούς μή ἑδραίαν τήν πίστιν (…) διαφυλάσσοντας» (Έλεγχος,
Α΄, ΙΙΙ, 6).
Και
στο σημείο αυτό αποδεικνύεται διαχρονικά επίκαιρος. Διαβάζοντας,
σήμερα, κάποιος στα διάφορα αιρετικά έντυπα τις ομολογίες ανθρώπων και
την περιγραφή του τρόπου με τον οποίο προσηλυτίστηκαν, διαπιστώνει,
δυστυχώς, με θλίψη ότι αυτά, που αναφέρει για την εποχή του ο Αγ.
Ειρηναίος επαναλαμβάνονται και ισχύουν στο ακέραιο και σήμερα.
Ο
ιερός πατέρας γνωρίζοντας τον κίνδυνο να παρασυρθούν οι πιστοί από την
αιρετική τεχνολογία με πρόφαση την χρήση και την επίκληση της Αγ.
Γραφής επανέρχεται στο θέμα κάνοντας επιπλέον, καίριες και στοχευμένες
παρατηρήσεις. Οι αιρετικοί λέγει: «ἵνα τό πλάσμα αὐτῶν μη ἀμάρτυρον
εἶναι δοκῇ· τήν μέν τάξιν καί τόν εἱρμόν τῶν Γραφῶν ὑπερβαίνοντες, καί,
ὅσον ἐφ’ ἑαυτοῖς, λύοντες τά μέλη τῆς ἀληθείας· μεταφέρουσι καί
μεταπλάττουσι, καί ἄλλο ἐξ ἄλλου ποιοῦντες ἐξαπατῶσι πολλούς, τῇ τῶν
ἐφαρμοζομένων κυριακῶν λογίων κακοσυνθέτῳ σοφίᾳ» (Έλεγχος, Α΄, VΙΙΙ, 1).
V. Η αιρετική μεθοδολογία και διδασκαλία είναι αντίθετες στην εκκλησιαστική διδαχή και εμπειρία.
Παρά
την αληθοφάνεια της υποτιθέμενης αγιογραφικής προέλευσής τους, αυτά που
διδάσκουν οι αιρετικοί, λέγει ο ιερός πατέρας: «οὔτε προφῆται ἐκήρυξαν,
οὔτε ὁ Κύριος ἐδίδαξε, οὔτε ἀπόστολοι παρέδωκαν» (Έλεγχος, Α΄, VΙΙΙ, 1.
Πρβλ. Μ. Fiedrowicz, Theologie der Kirchenvatern. Grundlagen
fruhchristlicher Glaubensreflexion, [2η έκδ.], 2010, σσ. 172-173).
Τι
αποτελούν όμως οι αιρετικές θέσεις; Ένα κράμα, θα λέγαμε, αλλόκοτο. Πώς
δημιουργείται αυτό το αλλόκοτο και αληθοφανές κράμα; Κατά τον Άγ.
Ειρηναίο από την τακτική τους, που συνίσταται στο ότι: «ῥήματα και
λέξεις καί παραβολάς ὅθεν και πόθεν ἀποσπῶντες, ἐφαρμόζειν βούλονται
τοῖς μύθοις αὐτῶν τά λόγια τοῦ θεοῦ» (Έλεγχος, Α΄,VΙ-ΙΙ, 1) ή «λέξεις
καί ὀνόματα σποράδην κείμενα συλλέγοντες, μεταφέρουσι, καθώς
προειρήκαμεν, ἐκ τοῦ κατά φύσιν εἰς τό παρά φύσιν» (Έλεγχος, Α΄, ΙX, 1).
Κάτι
το τραγικό. Σύμφωνα με τον άγ. ιερό πατέρα: «φρεναπατοῦσιν ἑαυτούς,
ἐπηρεάζοντες τάς Γραφάς, τό πλάσμα αὐτῶν ἐξ αὐτῶν συνιστάνειν πειρώμενοι
» (Έλεγχος, Α΄, ΙX, 1). Τι δείχνουν όσα, κυριολεκτικώς δειγματοληπτικά,
από τις θέσεις του Άγ. Ειρηναίου Λυώνος επισημάναμε; Την απάντηση τη
δίνει ο ίδιος ο ιερός πατέρας: «τήν πανουργίαν τῆς μεθοδείας, καί τήν
πονηρίαν τῆς πλάνης» (Έλεγχος, Α΄, ΙX, 1) των αιρέσεων σε σχέση με την
Αγία Γραφή.
Στις
πρακτικές των σημερινών αιρετικών κινήσεων σχετικά με την Αγία Γραφή
έχει αλλάξει κάτι; Μετά λόγου γνώσεως και με απόλυτη βεβαιότητα μπορούμε
να ισχυριστούμε όχι.
Ορθόδοξος Τύπος, Αριθμός Φύλλου 2042, 24 Οκτωβρίου 2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου